«Πέτρα είχαμι, πέτρα δουλεψάμι»
Ξεκινώντας από τα Γρεβενά, διασχίζοντας το δρόμο ανάμεσα στα σταροχώραφα της ήρεμης φύσης, περνάμε από το Μεγάλο Σειρήνι, τις Αμυγδαλιές και τα Αηδόνια. Κάνουμε στάση για να πιούμε δροσερό νερό και συνεχίζουμε προς τις Κυδωνιές.
Τόπος καταγωγής φημισμένων μαστόρων της πέτρας, οι Κυδωνιές καταστράφηκαν ολοσχερώς από τα γερμανικά στρατεύματα το 1944.
Τα Μαστοροχώρια των Γρεβενών, ανέδειξαν σπουδαίους τεχνίτες της πέτρας, όπως τον Γιώργο Βράγγα, από τον Άγιο Κοσμά.
Από τον 18ο αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, οι κάτοικοι όλων αυτών των οικισμών, στράφηκαν σταδιακά στα οικοδομικά επαγγέλματα. Με το πέρασμα του χρόνου εξελίχθηκαν σε φτασμένους λιθοξόους κατασκευάζοντας εκκλησιές, σπίτια, καμπαναριά, χάνια και γεφύρια. Ταξίδευαν στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τη Στερεά Ελλάδα και αργότερα στα Βαλκάνια αλλά και στην Κωνσταντινούπολη. Βασικά υλικά τους ήταν η πέτρα, η άμμος και o ασβέστης. Τα απαραίτητα και χρήσιμα εργαλεία ήταν το καλέμι, το σφυρί, το αλφάδι, το τρίγωνο, η αρίδα, το μακόνι, η γωνιά, το τσοκαντήρι, το σκεπάρνι, ο κολαούζος, το ματσακόνι, η τσάπα, το πριόνι και το πηλοφόρι.
Φτάνοντας στην μεγάλη πλατεία των Κυδωνιών, επισκεπτόμαστε την επιβλητική εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, βασιλικού ρυθμού. Έχουμε την τύχη να ξεναγηθούμε στην εκκλησία καθώς και στο Λαογραφικό Μουσείο από τον Κυδωνιώτη εκπαιδευτικό Θωμά Αντωνόπουλο.
Το φως που μπαίνει από τα παράθυρα δημιουργώντας όμορφες φωτοσκιάσεις, μας επιτρέπει να θαυμάσουμε τις υπέροχες αγιογραφίες.
Απέναντι δεσπόζει το παλιό πέτρινο σχολείο, στο οποίο στεγάζεται σήμερα το Λαογραφικό Μουσείο. Εδώ περνά από μπροστά μας ολόκληρη η ιστορία του χωριού, η κουλτούρα των κατοίκων, το νοικοκυριό τους και τα εργαλεία τους.
Σε μια πλευρά της μεγάλης αίθουσας διαμορφώνεται ο χώρος του σπιτιού που χρησίμευε για ύπνο και για φαγητό, με το κρεβάτι, τα υφαντά μάλλινα στρωσίδια και μαξιλάρια, το ξύλινο σεντούκι της προίκας, τη σαρμάντζα με τα σπάργανα του μωρού ,το σοφρά, το μαγκάλι, τη ραπτομηχανή, τις κρεμάστρες με τα ρούχα και τον καθρέφτη.
Σε μια γωνιά είναι στημένος ο αργαλειός με όλα του τα εξαρτήματα και μπροστά του αραδιασμένα τα εργαλεία επεξεργασίας του μαλλιού.
Στο ισόγειο και στη μικρή αίθουσα εκτίθενται γεωργικά εργαλεία για το όργωμα, το θερισμό, για το αλώνισμα. Επίσης εργαλεία για την αμπελουργία και τη δεντροκαλλιέργεια, σκεύη για την οινοποιία, σύνεργα του βοσκού, του τυροκόμου και του υλοτόμου.
Στην ίδια αίθουσα βλέπουμε σκεύη ζυμωτικής για όλα τα είδη του ψωμιού και της πίτας και ψησίματος. Επίσης μαγειρικά σκεύη, δοχεία μεταφοράς νερού, δοχεία αποθήκευσης και συντήρησης, και άλλα αντικείμενα.
Στέκομαι στις υφαντές δημιουργίες από προίκες κοριτσιών, στις δαντελωτές κουρτίνες στα παράθυρα, στα κουζινικά μπακιρένια σκεύη και κυρίως στα εργαλεία των μαστόρων της πέτρας.
Το παλληκάρι το καλό θέλει καλή γυναίκα
Να ξέρει ρόκα κι’ αργαλειό, να ξέρει να υφαίνει…
Απέναντι παλιές φωτογραφίες (αντίγραφα των αυθεντικών) συνδέουν τα αντικείμενα με τους ανθρώπους που τα δημιούργησαν και τα χρησιμοποίησαν. Οι φωτογραφίες ταξινομούνται στις ενότητες: οικογενειακές, πορτρέτα, ασχολίες και επαγγέλματα, ξενιτιά, στρατιωτική ζωή, κοινωνική ζωή (γάμοι, βαφτίσια, πανηγύρια, γιορτές, παρέες) και καλύπτουν το χρονικό διάστημα από το 1900 ως το 1960.
Το στολίδι του χωριού είναι η βρύση του, η οποία είναι έργο του σπουδαίου λιθογλύπτη και λαϊκού αρχιτέκτονα Γιώργου Λάζου ( Βράγγα). Φιλοτεχνήθηκε με δαπάνη του ευεργέτη Γεωργίου Βασιλειάδη, Κυδωνιώτη που ζούσε στο Βουκουρέστι, ο οποίος θέλησε να διευκολύνει τη ζωή των γυναικών του χωριού που κουβαλούσαν νερό από μακριά με τις στάμνες. Η µεταφορά της πηγής Τσιούκα στο κέντρο του χωριού έγινε με δική του δαπάνη. Η χάλκινη προτομή του κοσμεί το χώρο μπροστά από τη βρύση.
Στο περιποιημένο καφενείο της δροσερής πλατείας, απολαμβάνουμε τον καφέ μας, πριν συνεχίσουμε το δρόμο μας.
(Τα κλειδιά του Λαογραφικού Μουσείου ζητείστε τα από την ευγενέστατη ιδιοκτήτρια του καφενείου κ Ντίνα, τηλέφωνο 6942045817).